ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΑΔΕΝΗΣ: Η ΗΡΕΜΗ ΔΥΝΑΜΗ

«Όλα είναι αυτοβιογραφικά και όλα είναι ένα πορτρέτο»
Λούσιαν Φρόυντ

Η Συλλογή Γιώργου Βογιατζόγλου περιλαμβάνει μεγάλο αριθμό έργων του ζωγράφου Μιχάλη Μαδένη, ανάμεσά τους και τα έργα της παρούσης έκθεσης. Πρόκειται για μία ιδιαίτερα σημαντική ενότητα έργων που φιλοτεχνήθηκαν, σχεδόν όλα, την περίοδο 1991-1994, δηλαδή μετά την αποφοίτηση του Μαδένη από την ΑΣΚΤ και κατά την διάρκεια των σπουδών του στην Χάγη. Κυρίαρχη η ανθρώπινη φιγούρα, η ανδρική φιγούρα, μια συνομιλία του ζωγράφου με τον εαυτό του, που ξεκίνησε από τα φοιτητικά του χρόνια και συνεχίζεται μέχρι σήμερα.

Τότε γνώρισα τον Μιχάλη Μαδένη. Τα έργα της έκθεσης, που δεν είχαν εκτεθεί μέχρι σήμερα, τα θαύμαζα στο εργαστήριο του ζωγράφου πριν από 25 χρόνια, πρόχειρα αναρτημένα στους τοίχους ή απλωμένα στο πάτωμα.

Τον Μάρτιο του 2001 η γκαλερί Νέες Μορφές οργάνωσε την τρίτη ατομική έκθεση του Μιχάλη Μαδένη στο χώρο της, που παραμένει, θεωρώ, η πλέον σημαντική έκθεση του ζωγράφου μέχρι σήμερα. Πρωταγωνιστής το ανδρικό γυμνό, αυτό που ο ζωγράφος ξέρει να ζωγραφίζει καλύτερα. «Όταν όλοι έκαναν γυναικεία γυμνά, εγώ αποφάσισα να κάνω ανδρικά που ήταν αντιεμπορικά. Το κέρδισα το στοίχημα», είπε σε συνέντευξή του στην Μαργαρίτα Πουρνάρα, το 2007, για το περιοδικό «Κ» της Καθημερινής.

Η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα σε κείμενό της το 2001 χαρακτηρίζει τον Μιχάλη Μαδένη ως «Ανθρωποποιό». Δικός της είναι και ο χαρακτηρισμός «ήρεμη δύναμη» που δανείστηκα.

Τα έργα της έκθεσης των Νέων Μορφών βρίσκονται πλέον σε μεγάλες ιδιωτικές συλλογές, αλλά και στην Εθνική Πινακοθήκη. Το κεντρικό έργο της έκθεσης «Εσταυρωμένος», 2000, λάδι σε μουσαμά, 208x198 εκ., ανήκει στη Συλλογή Βογιατζόγλου και έχει συμπεριληφθεί στην παρούσα έκθεση.

Με αφορμή την έκθεση του Μαδένη στις Νέες Μορφές, έγραψα τότε, τον Ιανουάριο του 2001, ένα μικρό κείμενο για τον ζωγράφο και το έργο του που, όμως, δεν δημοσιεύτηκε ποτέ. Το παραθέτω, ως έχει, γιατί αναφέρεται στην περίοδο που φιλοτεχνήθηκαν τα έργα που παρουσιάζει η Πινακοθήκη Βογιατζόγλου στην τωρινή της έκθεση.

«Τον Μιχάλη τον αγαπούν όλοι όσοι τον γνωρίσουν. Άνδρες και γυναίκες. Καλόκαρδος, ευγενικός, πολύ ευαίσθητος άνδρας – ή ακόμα παιδί; - με το πλατύ, συχνά ηχηρό χαμόγελο, καθρέφτη της ψυχής του. Αυτό το χαμόγελο κατέγραψε ο φακός της Johanna Weber στην τελευταία φωτογραφία του άλμπουμ που εκδόθηκε τον Νοέμβριο του 1995 με αφορμή έκθεσή του. Γυμνός από την μέση και πάνω, με το αριστερό χέρι στην κοιλιά και τα δάχτυλα ανοιχτά, σαν τις φιγούρες στα έργα του.

Την ώρα της δουλειάς η έκφραση στο πρόσωπο του καλλιτέχνη αλλάζει. Ο ζωγράφος Μαδένης ταυτίζεται πλήρως με το έργο του, προσπαθώντας να τιθασεύσει ένα παρορμητικό ταμπεραμέντο.

Βίαιη πινελιά, έντονη δράση και σχεδιαστικές παραμορφώσεις, ξυσίματα, ντρίπινγκ και συχνά γρήγορο ζωγράφισμα με το δάχτυλο. Ένταση, αρκετή να μεταμορφώσει τα χέρια του ζωγράφου-μοντέλου, ακόμη κι αυτές μόνο τις παλάμες του, σε ανοιχτές φτερούγες. Ένταση, αποτέλεσμα της ζωικής δύναμης, της πλεονάζουσας δύναμης, που ξεχειλίζει και μετατρέπεται σε δημιουργικότητα.

Έργα του Μαδένη είδα για πρώτη φορά τον Ιούνιο του 1992 στην πρώτη ατομική του έκθεση στις Νέες Μορφές. Τον ίδιο τον γνώρισα λίγους μήνες αργότερα στο σπίτι-εργαστήρι στην οδό Κωνσταντινουπόλεως στο Μεταξουργείο. Ήταν Δεκέμβρης και μόλις είχε επιστρέψει από την Ολλανδία. Το παλιό διόροφο σπίτι, η καλοφτιαγμένη μαρμάρινη σκάλα με την ξύλινη κουπαστή που οδηγεί στον πρώτο όροφο, χώρο δουλειάς του ζωγράφου, τα άνετα ψηλοτάβανα δωμάτια, τα κρεμασμένα έργα στους τοίχους, η ζωγραφισμένη λευκή κουρτίνα στο παράθυρο του δρόμου, τα ξύλινα πατώματα πατιναρισμένα από τον χρόνο, η έντονη μυρωδιά των διαλυτικών, η ακαταστασία του εργαστηρίου, και τα τρένα, κυρίως τα τρένα, που περνούν μόλις λίγα μέτρα από το σπίτι και πάντα κάνουν τα παράθυρα να τρίζουν, ακόμη και σήμερα, μετά από τόσες επισκέψεις, μου δημιουργούν περίεργα συναισθήματα και με φέρνουν πίσω στην πρώτη συνάντηση. Τότε που πρωτογνώρισα το έργο του Μαδένη. Μεγάλα τελάρα, έργα από την Σχολή και μετά, αλλά κυρίως σχέδια, πολλά σχέδια. Γέμιζαν το πάτωμα. Και μετά τα μάζευε. Και άλλα σχέδια και ξανά.

Στην τελευταία του δουλειά κεντρικός ήρωας είναι και πάλι η ανθρώπινη μορφή. Όμως το μοντέλο έχει πάρει τώρα στα έργα την θέση του ζωγράφου. Η πινελιά παύει να είναι βίαιη και τα χέρια πέρνουν τις σωστές αναλογίες. Τα έργα είναι πιο φωτεινά και σε ορισμένα η φωτισμένη φιγούρα ξεκολλά ολότελα από τον σκοτεινό φόντο.
Ένας τεχνοκριτικός θα μπορούσε να επεκταθεί στην ανάλυση και τον σχολιασμό της δουλειάς του καλλιτέχνη. Εγώ απλά καταθέτω την έντονη συγκίνηση που νοιώθω μπροστά στο έργο του».

Με το έργο του Μιχάλη Μαδένη έχουν πράγματι ασχοληθεί πολλοί και σημαντικοί θεωρητικοί της τέχνης, με κείμενά τους σε βιβλία, καταλόγους εκθέσεων, εφημερίδες και περιοδικά. Ανάμεσά τους η Μαρία Μαραγκού, ο Νίκος Ξυδάκης, η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, η Μαργαρίτα Πουρνάρα, ο Χάρης Καμπουρίδης, η Μάρθα Χαλικιά, ο Τάκης Μαυρωτάς, ο Γιώργος Χρονάς, ο Νίκος Καλατζής, ο Κωνσταντίνος Μπούρας, η Ντόρα Ηλιοπούλου-Ρογκάν, κ.α.

Η μορφή του ζωγράφου κυριαρχεί σε όλα, σχεδόν, τα έργα. Πίνοντας τον καφέ του ή καπνίζοντας, γυμνός ή ημίγυμνος τις περισσότερες φορές, συχνά όρθιος, σε κίνηση που θυμίζει φιγούρα χορευτή μπαλλέτου. Άλλοτε πάλι μεταμφισμένος σε Ρέμπραντ, όπως και ο ίδιος ο Ρέμπραντ συνήθιζε να μεταμφιέζεται στις αυτοπροσωπογραφίες του.
«Σχεδόν είκοσι χρόνια πίσω / γυρίζουν οι σελίδες / Άνθρωποι παιδιά μου και τον / Θεό στο μέτωπο», δηλώνει ο Μιχάλης Μαδένης στο ποίημά του «Κομμάτια ο Ζωγράφος», Σεπτ. 2017.

Χρίστος Χριστοφής
Ιούνιος, 2018